Οι ρίζες του εθίμου βρίσκονται στην αρχαιότητα, την εποχή των
μαντείων και στη συνέχεια ενσωματώνονται από την χριστιανική παράδοση φτάνοντας
μέχρι τις ημέρες μας. Ο κλήδονας ζωντανεύει τη μέρα του Αϊ-Γιαννιού του Κλήδονα (ή Ριγανά, ή Λαμπαδιάρη) στις 24 του Ιουνίου, μέρα κοντά ή συμπίπτουσα με το Θερινό Ηλιοστάσιο καθώς ή δύναμή του ηλίου φανερώνει κυρίως τα μελλούμενα, σύμφωνα με τις μνήμες του παρελθόντος.
Ας δούμε πως γιορτάζονταν ο Κλήδονας και τα ριζικάρια στο ΔΑΔΙ του περασμένου αιώνα. Ενα έθιμο που σήμερα δυστυχώς δεν υπάρχει.
Στο ΔΑΔΙ οι κοπέλες και οι νέοι από μέρες πριν κανόνιζαν σε ποια
γειτονιά, με ποια παρέα θα έριχναν τα ριζικάρια. Το είχαν γρουσουζιά να
μείνουνε έξω από τον κλείδωνα. Την παραμονή του Αι Γιάννη έστελναν στη βρύση
μια κοπέλα που είχε και τους δυο γονείς της να πάρει σ’ ένα τσουκάλι αμίλητο
νερό.
Μαζευόντουσαν αγόρια και κορίτσια και το καθ’ ένα έριχνε μέσα στο
τσουκάλι ένα ατομικό του μικροαντικείμενο δακτυλίδι, σκουλαρίκι, νόμισμα κ.λ.π.
τα λεγόμενα ριζικάρια από τη λέξη ριζικό (τύχη). Σκέπαζαν το τσουκάλι με κόκκινο πανί το χρώμα
που φέρνει τη χαρά, το γούρι και που διώχνει τα ξόρκια, το κλείδωναν
τραγουδώντας:
«κλειδώνουμε
το κλείδωνα με
τ’ Αι Γιαννιού τη χάρη
ποια
έχει τύχη ριζικό να
πάρει παλικάρι…»
άφηναν το τσουκάλι όλη τη νύχτα έξω στο φεγγάρι και τ’ άστρα για
ν’ αστροφεγγιστεί.
Την άλλη μέρα μετά την εκκλησία μαζευόντουσαν όλοι σε μια αυλή με
χορούς, γέλια, αλλά και αγωνία για το τι θα τους πει το ριζικάρι, αλλά και
μήπως έβγαινε πρώτο το δικό τους που σήμαινε γρήγορη παντρειά. Έβαζαν ένα
Γιάννη ν’ ανοίξει τον κλύδωνα, ενώ όλοι τραγουδούσαν:
«άνοιξε
– τρίξε κλύδωνα να βγει το ριζικάρι
Άγιε
Γιάννη κλυδωνιάρη που της μοίρας δίνει χάρη»
πριν βγάλει ο Γιάννης ένα-ένα τα ριζικάρια, έλεγαν από ένα δίστιχο
πειρακτικό, με υπονοούμενα σαν τα παρακάτω:
«τι
με κοιτάς σαν την οχιά που
κρύβεται στο βάτο
δεν
είμαι εγώ που σούφερνα το
νου σου άνω κάτω»
«κατσίκι ψωροκάτσικο…….
θέλεις και συ να παντρευτείς
μωρή κασιδιασμένο»
μετά από κάθε δίστιχο ακολουθούσαν γέλια-πειράγματα, αλλά και με λοξές
ματιές, νοήματα και όποιου ήταν το ριζικάρι που το δίστιχο έλεγε:
«δεν είναι
εδώ κοντά χωριό, δεν είναι μοναστήρι
καλογεράκι να
γινώ για το δικό σου το χατίρι»
ασφαλώς αυτός καμάρωνε, ένιωθε χαρά, ικανοποίηση.
Αφού τελείωναν όλα τα ριζικάρια, έβαζαν νερό στο στόμα τους από το
τσουκάλι και πήγαιναν στα δίστρατα και περίμεναν ν’ ακούσουν ένα όνομα. Έτσι θα
έλεγαν αυτόν ή αυτήν που θα παντρευόντουσαν.
Τον Αι Γιάννη στο Δαδί τον λένε ριζικάρη ή ριγανά, γιατί οι
Δαδιώτες μάζευαν τη ρίγανη που αυτόν τον καιρό είναι άφθονη και στο ντάμη της
όπως λένε σε όλες τις ρεματιές του Παρνασσού. Μάλιστα στην Αμφίκλεια υπάρχει
και ένα μικρό εξωκλήσι με σπάνιες τοιχογραφίες του 12 αιώνα με δυο ονομασίες, άγιος
Ιωάννης ο ριγανάς και ο άγιος Ιωάννης ο κυνηγός.
Την πρώτη ονομασία την πήρε από τη ρίγανη που είναι άφθονη γύρω
από το εκκλησάκι και τη δεύτερη γιατί εκεί πάνε πολλοί κυνηγοί την εποχή της
ορεινής πέρδικας. Εκεί είναι και μια βρύση που λέγεται περδικόβρυση που τρέχει
γάργαρο νερό και πήρε το όνομά της από το ότι εκεί πηγαίνουν οι πέρδικες να πιουν
νερό.
Πληροφορίες από το αρχείο της Ανθής Πανουργιά, το βιβλίο "ΠΑΤΡΩΑ ΓΗ" της κας Δήμητρας Παπαλιάκου και το διαδίκτυο.
ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ
ΛΕΞΗΣ «ΚΛΗΔΟΝΑΣ»
Η λέξη «ο κλήδονας» παράγεται από την αρχαία λέξη «η κληδών», η
οποία αναφέρεται στον Παυσανία (Βοιωτικά), Όμηρο κ.α. Κληδών ονομαζόταν ο
προγνωστικός ήχος, το μαντικό σημάδι και κατ’ επέκταση το άκουσμα του οιωνισμού
ή προφητείας, ο συνδυασμός τυχαίων και ασυνάρτητων λέξεων ή πράξεων κατά τη
διάρκεια μαντικής τελετής στον οποίο αποδιδόταν προφητική σημασία.
Σύμφωνα με ορισμένους η λέξη «Κλήδωνας» προέρχεται από τη
λέξη κλειδί που ανοίγει και κλείνει το κουτί τη τύχης. Ωστόσο η σωστή προέλευση της είναι από την αρχαία λέξη «κλήδων» (με ήτα) που στον Όμηρο
σημαίνει μαντικό σημάδι, προφητεία. Άλλο οι λέξεις «κλειδί, κλειδώνω κ.α.» και
άλλο οι λέξεις «κληδών, κλήδονας κ.α.» Απλώς και οι δυο ομάδες αυτές των
λέξεων έχουν πρόγονο την αυτή ρίζα, την ρίζα «κλε-», πρβ και: «κλείθρον =
αττικά κλήθρον», κλείς = ιωνικά κληίς. Παράβαλε επίσης ότι: Κλειώ - κλείζω =
εγκωμιάζω (από το κλέος) και κληδών ή κλεηδών ή κληηδών (από το
κλέος και άδω) κ.α. = φημί ή καλέω, διαλαλώ, εγκωμιάζω κ.α..
Παράγωγα: κληδονίζω = μαντευομαι, κληδόνισμα = σημείο, οιωνός κ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου