Πρεβέντα για την
πρώτη μέρα του θερισμού (διάκοσμος με στάχυα)
ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΟΥ ΑΡΤΟΥ ΑΜΦΙΚΛΕΙΑΣ
|
Αλλ’ οπότ’ αν φερέοικος από
χθονός αμ’ φυτά βαίνη
Πληιάδας φεύγων, τότε δη σκάφος
ουκέτι οινέων
αλλ’ άρπας τε χαρασσέμεναι και
δμώας εγείρειν.
φεύγειν δε σκιερούς θώκους και
επ’ ηόα κοίτον
ώρη εν αμήτου, ότε τ’ ηέλιος χρόα
κάρφει.
Τημούτος σπεύδειν και οίκαδε
καρπόν αγινείς
όρθρου ανιστάμενος, ίνα τοι βίος
άρκιος είη.
Ηώς γαρ έργοιο τρίτην απομείρεται
αίσαν,
ηώς τοι προφέρει μεν οδού,
προφέρει δε και έργου.
ηώς, ή τε φανείσα πολέας επέβησε κελεύθου
ανθρώπους πολλοίσί τ’ επίζυγά
βουσί τίθησιν.
(Ησιόδου,¨Εργα
και Ημέραι, στ. 571-581)
|
Όταν
πάλι το σαλιγκάρι ανεβαίνει από τη γη στα δέντρα, ζητώντας προστασία από τη
ζέστη, που φέρνουν οι Πληιάδες, τότε πια δεν είναι καιρός να σκάβεις τα
αμπέλια. Πρέπει ν’ ακονίζεις τα δρεπάνια σου και τους υποταχτικούς σου να
κεντρίζεις για δουλειά. Μην αποζητάς τους ήσκιους και τον πρωινό ύπνο όταν
φθάσει η ώρα του θερισμού την εποχή
που ο ήλιος ψήνει το δέρμα. Tέτοιες στιγμές
πρέπει να βιάζεσαι και να κουβαλάς τον καρπό στις αποθήκες, πιάνοντας
χαράματα δουλειά, για να έχεις το βιός σου ασφαλισμένο. Γιατί με την αυγή
φεύγει το ένα τρίτο της δουλειάς, με την αυγή πηγαίνει κανείς καλλίτερα στον
δρόμο, προκόβει, και στο μεροκάματο με την αυγή που, μόλις φανεί, βγάζει
τόσους ανθρώπους ξαφνικά στους δρόμους και τόσα βόδια βάζει στο ζυγό.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου