1η Νοεμβρίου του 1822.
Ημέρα βροχερή, όπως μας πληροφορεί
ο Σπυρίδων Τρικούπης. Τα γυναικόπαιδα του Δαδιού είχαν καταφύγει στο Μοναστήρι
και στα φαράγγια του Παρνασσού για να σωθούν. Στο Μοναστήρι του Δαδιού
είχε φθάσει από την προηγούμενη ημέρα το σώμα του Λεπενιώτη, κατά ειδοποίηση
του Ανδρούτσου, και είχαν πιάσει ταμπούρια γύρω, από την εκεί Αγία Μαρίνα.
Έφτασε εκεί και ο Οδυσσέας.
Και όταν ανέβαινε τον ανήφορο, κοντά στον Αη – Θανάση είδε μέσα από τα δένδρα, διότι τότε ο τόπος ήταν
δασωμένος, να περνούν οι Τούρκοι του Κιοσέ
Μεχμέτ Πασά από την κάτω
δημοσιά, και άκουσε τον σαλπιγκτή σκοπό του Λεπενιώτη να σαλπίζει συναγερμό.
Οι Τούρκοι
προχωρούσαν από την Γραβιά και είχαν περάσει τα πάνω Καλύβια, ακολουθούντες την
ποταμιά του Κηφισού και κατευθυνόμενοι προς το Δαδί, το Τουρκοχώρι και το Μάνεσι.
Είχαν προχωρήσει πολύ όταν και εκείνοι άκουσαν το σάλπισμα του
σκοπού και άρχισαν να υποχωρούν βιαστικά και φοβισμένα. Ο Ανδρούτσος δεν πρόλαβε να οχυρωθεί τότε καλά – καλά. Κατέβηκε
από τον Αη Θανάση, πέρασε την Λιθαρόστρουγγα και τους επετέθη για πλιάτσικο. Έγινε
τότε εκεί αψιμαχία, στα λεγόμενα καλογερικά
δένδρα, κατά την παράδοση, με νικητές τους Τούρκους που του επιτέθηκαν
όλοι μαζί.
Ο Ανδρούτσος άρχισε να υποχωρεί προς το Δαδί, αλλά αναγκάστηκε
κάπου εκεί να σταματήσει. Λέγεται, ότι από την υγρασία της ημέρας τον έπιασε
γράμπα τόσο δυνατή, που δεν μπορούσε να
προχωρήσει. Τον έσωσαν από βέβαιο θάνατο ή αιχμαλωσία, τρία του παλικάρια από
το Δαδί, ο Στάθης Γαβρίλης, ο Γιάννης
Φλώρος και ο Δήμος Κλησιάρης ή Αράπης οι
οποίοι τον επήραν στον ώμο τους και τον ανέβασαν στα προσχώματα του Λεπενιώτη,
πάνω στην Αγία Μαρίνα.
Σύμφωνα με τον αείμνηστο Χρ.
Ενισλείδη, εκεί αντελήφθη ο Ανδρούτσος ότι του έλλειπε η αρχιστρατιγική σπάθα
και γυρίζοντας προς τον Στάθη Γαβρίλη του είπε επιτακτικά: « ή το σπαθί μου ή
το κεφάλι σου»
Ο δε Γαβρίλης γνωρίζοντας ότι η
απειλή του Ανδρούτσου δεν ματαιώνεται, παίρνει την ρεματιά της Αγίας Μαρίνας
και κατεβαίνει προς τα κάτω και κατά καλή του τύχη ευρίσκει το σπαθί έξω από το
Δαδί, εκεί όπου αργότερα έκτισε το τάμα του την παλαιά Αγία Τριάδα για την
σωτηρία του.
Ο Ανδρούτσος παρέταξε τον στρατό του, τετρακοσίους τον αριθμό, σαν
σε μάχη. Έβαλε εις μεν την δεξιά πτέρυγα τον Στάθη Κατσικογιάννη και τον Γιάννη Κομποδαδίτη, εις δε την αριστερά τον Γιώργο Λεπενιώτη και αυτός κατέλαβε το
κέντρο.
Μέσα στο Δαδί είχαν ταμπουρωθεί 300 Αθηναίοι με επί κεφαλής τον
Σαρρή, χωρίς την έγκριση του Οδυσσέα, όπως γράφει ο Κάρπος Παπαδόπουλος. Οι Τούρκοι, βλέποντες τους Έλληνες διηρημένους, κτύπησαν πρώτα τους 300 του
Σαρρή στο Δαδί με το ιππικό τους και ύστερα τα ταμπούρια του
Ανδρούτσου στην Αγία Μαρίνα. Έτσι άναψε
η μάχη, σκληρή και φονική.
Πρώτοι υπέκυψαν
οι άνδρες του Σαρρή, οι οποίοι ετράπησαν σε φυγή προς την Βελίτσα αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 18 Αθηναίους
νεκρούς και τον Σαρρή αιχμάλωτο, κατά
τον Κάρπο Παπαδόπουλο.
«Με τον χαλασμό αυτεινών ψύχωσαν
οι Τούρκοι πολύ, ρίχτηκαν και εις το μοναστήρι και ζώσαν τον ‘δυσσέα στενά,
οπούταν πολλά ολίγοι εκεί και οι Τούρκοι πολλοί, μας λέγει ο Μακρυγιάννης. Τόκαμαν
πολλά γερούσια του ‘Δυσσέα με τους ολίγους οπούχε εις το μοναστήρι. Τους
βάσταξαν οι Έλληνες γενναίως. Τους πήραν όμως μιαν θέσιν, σκότωσαν τον
Μήνιο
Κατσικογιάννη καπετάνιο της Φήβας, λάβωσαν και τον Αλέξη Ταργατζίκη , γενναίον
πατριώτη και τίμιον. Τότε ρίχτηκαν οι Τούρκοι να πιάσουν τον Δυσσέα. » (Συνεχίζεται...)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου